Η Κουμανταρία είναι κυπριακό εύγευστο, γλυκό, γνήσιο κρασί, που παράγεται χωρίς ξένες γλυκαντικές ουσίες ή προσθήκη χρώματος, από μείγμα μαύρων ή άσπρων σταφυλιών ή χωριστά μόνο από μαύρα ή μόνο από άσπρα σταφύλια (Baume 7-12 βαθμούς και ποσοστό οινοπνεύματος 13-20%) .

Κύρια χαρακτηριστικά της κουμανταρίας, που προσφέρεται ως επιδόρπιο κρασί, είναι η εξαιρετική γεύση και το θαυμάσιο άρωμα. Όταν η κουμανταρία παρασκευάζεται μόνο από άσπρα σταφύλια έχει ωραιότατο χρώμα και άρωμα αλλά είναι λιγότερο γλυκιά. Όταν προέρχεται από μαύρα σταφύλια είναι πολύ γλυκιά αλλά υστερεί σε χρώμα. Έτσι για την Παρασκευή ειδικού τύπου τελειοποιημένης και τυποποιημένης κουμανταρίας, σύμφωνα με καθορισμένες επίσημες προδιαγραφές, οι οινοβιομηχανίες προβαίνουν σε ανάμειξη των δυο πιο πάνω τύπων σταφυλιών.

Το όνομα κουμανταρία, δόθηκε στο κόκκινο γλυκό κυπριακό κρασί, από τους Ιωαννίτες ιππότες του Αγίου Ιωάννου των Ιεροσολύμων (τους αργότερα ιππότες της Ρόδου και της Μάλτας), που ήταν ένα από τα στρατιωτικοθρησκευτικά τάγματα που εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο μετά την εκχώρηση του νησιού στους Λουζινιανούς το 1192 μ.Χ. Το τάγμα αυτό είχε τη στρατιωτική διοίκηση του, Commanderie ή Commandaria, στο Κολόσσι. Στο τάγμα των Ιωαννιτών ανήκε και η γύρω από το Κολόσσι εύφορη περιοχή που περιλάμβανε μεγάλες εκτάσεις φυτεμένες με σιτάρι, βαμβάκι, ζαχαροκάλαμο και αμπέλια. Σε αυτή την περιοχή παραγόταν και το γνωστό γλυκόποτο κρασί του νησιού, την παραγωγή του οποίου υιοθέτησαν και τελειοποίησαν οι Ιωαννίτες ιππότες δίνοντας σε αυτό το όνομα κουμανταρία από την ομώνυμη στρατιωτική τους διοίκηση, αν και αυτό το είδος κρασιού παραγόταν στην Κύπρο και πιο πριν. Δεν γνωρίζουμε όμως ακριβώς ποίες ποικιλίες σταφυλιών χρησιμοποιούντο τότε για την παραγωγή του και σε ποίες αναλογίες.

Οι Ιωαννίτες ιππότες, γνώστες του καλού κρασιού και της τεχνικής παραγωγής του, προήγαγαν σε εξαιρετικό βαθμό το εμπόριο της κουμανταρίας, η οποία απέκτησε τεράστια φήμη ανά τους αιώνες και είναι πιθανώς το αρχαιότερο όνομα κρασιού που βρίσκεται ακόμα σε χρήση. Η κουμανταρία έχαιρε ιδιαίτερης φήμης και ήταν περιζήτητη σας σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της Μεσογείου. Στη Βενετία η κουμανταρία απαλλασσόταν από τον εισαγωγικό δασμό γιατί εθεωρείτο τονωτικό. Είναι γνωστό ότι το 1363 στη διάρκεια συμποσίου, γνωστού ως «Δεξίωση των πέντε βασιλέων» που διοργανώθηκε από τον δήμαρχο του Λονδίνου, προς τιμή του Πέτρου Α΄ τότε βασιλιά της Κύπρου, και τεσσάρων άλλων βασιλιάδων, του Εδουάρδου Γ΄ της Αγγλίας, του Δαυίδ της Σκοτίας, του Ιωάννη της Γαλλίας και του Ουελτεμάρ της Δανίας, προσφέρθηκε κουμανταρία, η οποία άρεσε σε όλους πάρα πολύ. Ένας πίνακας που βρίσκεται στο Royal Exchange του Λονδίνου απεικονίζει ζωηρά το χρώμα και τη λαμπρότητα της όλης δεξίωσης.

Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας (1192-1489) και της Βενετοκρατίας (1489-1571) τα κρασιά της Κύπρου με επικεφαλής την κουμανταρία συνέχιζαν να εξάγονται σε όλα τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της εποχής. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι τον 15ον αιώνα τα κρασιά από την Κύπρο, εξάγονταν στην Madeira της Ισπανίας, όπου παράγονταν τα γνωστά κρασιά Madeira. Τα Κυπριακά κρασιά εξάγονταν επίσης στη Βενετία και τη Ραγούζα, δύο από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της Μεσογείου.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1571-1878) λόγω της ψηλής φορολογίας που είχε επιβληθεί στην παραγωγή της κουμανταρίας και των άλλων κρασιών, τόσο η παραγωγή όσο και εξαγωγή των κυπριακών κρασιών είχε μειωθεί αισθητά. Η μείωση της ετήσιας παραγωγής συνεχίστηκε και κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας (1878-1960). Αύξηση στην παραγωγή της κουμανταρίας άρχισε να σημειώνεται από το 1958.

 

Πηγή: Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, τόμος 7 σελ. 271